" ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ "
Ο βιότοπος του ακρωτηρίου της Επανομής, το γνωστό και αγαπημένο «Φανάρι» μας, είναι από οικολογική άποψη ο πολυτιμότερος θύλακας που διαθέτει η περιοχή μας. Η προστασία του είναι πάντα επίκαιρη και επιτακτική. Ιδιαίτερα όταν διάφορες "αναπτυξιακές" απόψεις βγαίνουν παγανιά. Σ’ αυτό το άρθρο, με αρκετές "δανεικές αναφορές" απ’ το περιοδικό Οικοτοπία και τον Παν. Λατσούδη, θα προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε καλύτερα τον βιότοπό μας. Παρά την έλευση δεκαετίας και πλέον, από την πρώτη δημοσίευση, ευτυχώς δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα. Καλή ανάγνωση και τα μάτια σας ανοιχτά γιατί οι καιροί είναι πονηροί…
Καλωσορίζοντας τους επιβάτες του πλοίου που επιστρέφει απ’ τα νησιά, το ακρωτήρι της Επανομής στέκει τόσο σιωπηλό που κάποιοι θα αναρωτηθούν αν αυτή η έρημη γη είναι πράγματι ένας ξεχωριστός βιότοπος όπως λέγεται. Όμως η ησυχία, που δεν θα διαρκέσει για πολύ, δεν είναι τίποτα άλλο παρά κάτι σαν τη νηνεμία πριν την καταιγίδα. Γιατί σε λίγο η ατμόσφαιρα θα ηλεκτριστεί ξαφνικά από κρωξίματα και φτεροκοπήματα παπιών που θα καταφτάνουν από τον ομιχλώδη ορίζοντα. Όταν έρχονται στην αρχή είναι πολύ ανήσυχα γιατί στο μακρινό τους ταξίδι απ’ τον Βορρά, μαθαίνουν ότι η απροσεξία μπορεί να στοιχίσει ακριβά. Δεν μπορούν εξάλλου να διαβάσουν τις σχετικές πινακίδες που πληροφορούν ότι η περιοχή είναι καταφύγιο θηραμάτων από το 1984, αλλά σιγά – σιγά θα καταλάβουν πως εδώ μπορούν να αισθάνονται ασφαλή. Γιαυτό θα προτιμήσουν να στριμωχτούν λίγο παραπάνω παρά να κινδυνεύσουν πηγαίνοντας αλλού.
Μέχρι και 5.000 έχουν μετρηθεί παλιότερα σ’ αυτή την τόσο μικρή περιοχή. Αριθμός πολύ μεγάλος αν σκεφτεί κανείς οτι για να χαρακτηριστεί ένας υγρότοπος ως διεθνούς σημασίας πρέπει να συγκεντρώνει 10.000 χηνόπαπιες.
Ο κύκλος όμως δεν κλείνει εδώ. Ενώ μεγάλος αριθμός απο αυτά θα παραμείνει μόνο για λίγες μέρες, κάποια άλλα θα αποφασίσουν να μείνουν και να αναπαραχθούν εδώ.
Τελικά ο απολογισμός όλων αυτών που πέρασαν απο την περιοχή είναι ένας τεράστιος για το μέγεθός της κατάλογος ειδών. Και το γεγονός δεν είναι τυχαίο αλλά έχει να κάνει με την γεωγραφική θέση αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής.
Ο υδροβιότοπος της Επανομής έχει τη μορφή ισοσκελούς τριγώνου. Βρίσκεται στις ανατολικές ακτές του Θερμαϊκού κόλπου και οι δυο πλευρές του βρέχονται απ’ αυτόν. Η τρίτη πλευρά συνορεύει με γεωργικές καλλιέργειες που εκτείνονται πάνω σε χαμηλούς λόφους και στην ευρύτερη περιοχή. Στα βόρεια υπάρχει το Camping του ΕΟΤ και ο οικισμός Όρμου παραλίας Επανομής. Απέχει σε ευθεία απ’ την πόλη της Θεσσαλονίκης περίπου
για την ορνιθοπανίδα του, είναι οτι βρίσκεται κοντά σε άλλους υγρότοπους. Έτσι ο υγρότοπος που περικλείεται στον βιότοπο είναι μέρος ενός συστήματος παρόμοιων περιοχών γύρω απ’ τον Θερμαϊκό όπως είναι η αλυκή του Κίτρους ή οι εκβολές των μεγάλων ποταμών (ΑξιούΑλιάκμονα).
Η περιοχή είναι σχεδόν επίπεδη με τις μεγαλύτερες εξάρσεις της να μην ξεπερνούν τα τρία μέτρα ύψος. Αυτός είναι και ο λόγος που στο νότιο τμήμα υπάρχουν ορισμένες κατασκευές που λέγονται "ανακλαστήρες" και σκοπό έχουν να κάνουν τη γη αντιληπτή απο τα ραντάρ των πλοίων.
Η ανθρώπινη παρουσία και επδραση στο μεγαλύτερο μέρος του βιότοπου είναι πολύ μικρή και θα μπορούσαμε άνετα να τον ονομάσουμε σαν τον πιό μικρό παράκτιο βιότοπο του Ν. Θεσ/νίκης. Στη μικρή του έκταση (περίπου 4.5 τετρ. χλμ.) διακρίνονται επιμέρους οικοσυστήματα που θεωρούνται όλα τους απειλούμενα.
Ο αλμυρόβαλτος
Σχηματίζεται περίπου στο βόρειο τμήμα και είναι μια πιστή μικρογραφία τυπικού βορειοελλαδικού υγρότοπου. Απο τη θάλασσα και προς το εσωτερικό του, εμφανίζονται διάφορες χαρακτηριστικές
φυτοκοινωνίες που καθορίζονται κυρίως απο μικροδιαφορές στην κλίση του εδάφους. Ξεχωρίζουν τα αλίπεδα όπυ φυτρώνουν χαμηλά φυτά, ανθεκτικά και προσαρμοσμένα στα αλμυρά περιβάλλοντα, τα αλόφυτα. Η εμφάνιση των επικρατούντων ειδών, εξαρτάται κυρίως απο την χρονική διάρκεια που παραμένει το έδαφός τους πλημμυρισμένο. Σε πολλά σημεία σχηματίζουν χαρακτηριστικούς δίσκους με γυμνό έδαφος τριγύρω. Ο υγρότοπος τροφοδοτείται κυρίως με νερά της βροχής και κατά ένα μικρότερο ποσοστό απο αρτεσιανές πηγές που βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα του. Γύρω απο τις τελευταίες αναπτύσεται τυπική ελοχαρής βλάστηση. Όπως είναι φυσικό, η έκταση που πλημμυρίζει μεταβάλλεται έντονα τόσο κατά τη διάρκεια του έτους όσο και κατά τη διάρκεια ξηρών και υγρών ετών. Κατ’ επέκταση και οι αριθμοί των παρυδάτιων και υδρόβιων πουλιών εμφανίζουν μεγάλες διακυμάνσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που υγρότοποι σαν αυτόν δε θα πρέπει ποτέ να αξιολογούνται απο την εικόνα που δίνουν κατά τις μετρήσεις ενός, ακόμα και λίγων χρόνων.
Η λιμνοθάλασσα του υγρότοπου βρίσκεται στα τελευταία στάδια ανάπτυξής της. Έχει δηλαδή απομωνοθεί απο τη θάλασσα με μια αμμώδη ζώνη. Όμως μια αρκετά παλιότερη, το 1945, προσπάθεια αποστράγγισής της περιελάμβανε την διάνοιξη τάφρων που η κεντρικότερη απ’ αυτές οδηγούσε τα νερά της λιμνοθάλασσας στον Θερμαϊκό.
Αλμυρόβαλτοι όπως αυτός έχουν μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια και η μείωσή τους συνεχίζεται και σήμερα με γρήγορο ρυθμό. Καθώς οι εκτάσεις τους παλιότερα είχαν μικρή οικονομική αξία, σπάνια είναι ιδιόκτητες και γι αυτό το μπάζωμά τους ή η ή η αποξήρανσή τους δίνει την ευκαιρία σε επιτήδειους να αποκτήσουν σχεδόν ανέξοδα, γη και μάλιστα κοντά σε θάλασσα.
Υγρά λιβάδια
Σε θέσεις, λίγα εκατοστά πιό ψηλά, στο ανατολικό τμήμα, τα αλίπεδα δίνουν τη θέση τους σε λιβάδια όπου φυτρώνουν "γλυκά" χόρτα. Αν οι αλμυρόβαλτοι θεωρούνται απειλούμενοι, τα υγρά λιβάδια θα πρέπει να θεωρηθούν σχεδόν εξαφανισμένα. Παρόλο που αποτελούν μια φυσιολογική συνέχεια των πλημμυρισμένων εκτάσεων των υγροτόπων, σπάνια κατορθώνουν να επιβιώσουν μιας και τα εδάφη τους είναι λιγότερο αλατούχα και πλημμυρίζουν σπανιότερα. Είναι τα πρώτα που καταπατούνται απο τους γειτονικούς καλλιεργητές. Γνωστό είναι οτι τέτοια λιβάδια έχουν χαθεί ακόμα και απο τους μεγαλύτερους υγρότοπους (π.χ. λίμνες)
Θίνες και αμμώδη λιβάδια
Οι θίνες (αμμόλοφοι) είναι πολύ σημαντικά οικοσυστήματα με μεγάλο οικολογικό ενδιαφέρον. Θεωρούνται απο τα πλέον απειλούμενα, μιάς και οι τουριστικές κυρίως δραστηριότητες, τα περιορίζει συνεχώς. Το χαλαρό υπόστρωμα που αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά απο άμμο, είναι ακραίο για τα περισσότερα φυτά που απαιτούν έδαφος με κάποια συνοχή, υγρασία και θρεπτικά συστατικά. Όσα όμως εξειδικευμένα αμμόφιλα είδη επιβιώνουν, συγκροτούν όπως είναι φυσικό, ορισμένες ξεχωριστές φυτοκοινωνίες. Στις προσαρμογές που έχουν αναπτύξει περιλαμβάνονται χνουδωτά ή σκληρά φύλλα, συνήθως εκπληκτικά μακριές ρίζες ή βολβοί κ.ά.
Οι θίνες είναι το πιό σιωπηλό τμήμα του ακρωτηρίου και η σιγή που επικρατεί δίνει την εντύπωση οτι δεν υπάρχει ζωή σ’ αυτές. Η εικόνα όμως αυτή είναι απατηλή και η απόδειξη είναι πάνω στην άμμο όπου είναι αποτυπωμένη η παρουσία των διακριτικών κατοίκων της.
Ίχνη αργοκίνητων ζώων, ίχνη ενέδρας, ίχνη βραδυνής ανάπαυσης, ίχνη πολλά που η αναγνώρισή τους είναι ένας ευχάριστος γρίφος. Το μυστήριο συνεχίζεται και μέσα στην άμμο όπου κρυμμένοι οι μυρμηγκολέοντες έχοντας ετοιμάσει τις παγίδες τους καραδοκούν τον ερχομό των ανυποψίαστων θυμάτων τους. Υπάρχουν όμως και ζώα που θα τα δούμε την ημέρα. Φασιανοί, λαγοί και πέρδικες περιμένουν μέχρι την τελευταία στιγμή για να πεταχτούν ξαφνικά με θόρυβο αφήνοντας άναυδο τον ατυχή που, χαλαρωμένος μες την ησυχία, θα περάσει δίπλα τους.
Οι αμμόλοφοι μπορούν να χωριστούν σε δυο κατηγορίες. Τις φυσικές και τις τεχνητές. Οι μεν φυσικές είναι δημιουργήματα των κυμμάτων και κυρίως του αέρα. Οι τεχνητές είναι προϊόν μιας
σύμπτωσης. Δημιουργήθηκαν τυχαία όταν έγινε προσπάθεια να μπαζωθεί ο υγρότοπος. Και για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά ας ανοίξουμε μια παρένθεση γυρίζοντας στα τέλη της δεκαετίας του ’60 όταν η κοινόχρηστη έκταση του ακρωτηρίου μεταβιβάζεται με Κοινή Υπουργική Απόφαση (18 4 1968) στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού. Αυτή την εποχή μεγαλεπήβολα σχέδια θέλουν την περιοχή να μετατρέπεται σε πρότυπο(;) παραθεριστικό κέντρο με ελικοδρόμιο, ξενοδοχιακές και αθλητικές εγκαταστάσεις, γήπεδα γκόλφ κ.ά. Ευτυχώς δεν βρέθηκαν τα απαραίτητα κονδύλια και έτσι τα σχέδια δεν έγιναν πραγματικότητα. Ένα μέρος του όμως άρχισε να υλοποιείται μεταξύ των ετών 197274. Μπαζώνεται ενα μέρος του υγροτόπου και κατασκευάζεται το camping που ξέρουμε σήμερα. Ταυτόχρονα αρχίζει το μπάζωμα της λιμνοθάλασσας για "εξυγιαντικούς" λόγους, ευτυχώς με άμμο απο το βυθό της διπλανής θάλασσας με ειδικό πλοίο (βυθοκόρος).
Έτσι οι συγκυρίες θέλουν το υγροτοπικό οικοσύστημα να μετατρέπεται σε θινικό! Όστρακα και κομμάτια αμφορέων που ποτέ δεν έφτασαν στον προορισμό τους είναι τα μόνα στοιχεία που προσπαθούν σήμερα να αποδείξουν την καταγωγή τους.
Ο νέος βιότοπος δεν έχει τίποτα να ζηλέψει απο τις φυσικές θίνες αφού το βασικότερο συστατικό είναι όμοιο. Αν αντί για άμμο είχαν χρησιμοποιηθεί χωμάτινα μπάζα, δε θα είχαμε τίποτα άλλο απο μια κοινή έκταση με φυτά χαρακτηριστικά των διαταραγμένων εδαφών που μονοπωλούν τα τοπία μας, όπως μαργαρίτες, παπαρούνες, χαμομήλια, μολόχες κ.ά.
Ή φύση πάντως φαίνεται οτι δεν ευχαριστήθηκε απο την απώλεια του υγρότοπου και γι αυτό εκδικήθηκε. Σε μια καταιγίδα το πλοίο βυθοκόρος που κουβαλούσε την άμμο βούλιαξε. Οχι όμως ολόκληρο κι έτσι έμεινε ενα μέρος του να προεξέχει και να μας θυμίζει την μικρή και σύντομη, ευτυχώς, ιστορία.
Ορνιθολογική αξία της περιοχής
Η περιοχή περιλαμβάνεται στις σημαντικότερες για τα πουλιά περιοχές της Ευρώπης (ICBP : Important Bird Areas in Europe).
Έχουν παρατηρηθεί σχεδόν τα μισά απο τα είδη πουλιών που παρατηρούνται στην Ελλάδα συνολικά. Πολλά απ’ αυτά θεωρούνται απειλούμενα και προστατεύονται τόσο τα ίδια όσο και οι βιότοποί τους απο την Ελληνική, την Ευρωπαϊκή και τη Διεθνή νομοθεσία (οδηγία 79/409/ΕΟΚ, σύμβαση Βέρνης, σύμβαση Βόννης). Χαρακτηριστικό είναι οτι στην περιοχή αναπαράγονται 12 είδη
που θεωρούνται απειλούμενα και για τα οποία προβλέπονται μέτρα ειδικής διατηρήσεως απο την ΕΟΚ. Εκτός απο τον μεγάλο αριθμό ειδών εμφανίζονται και μεγάλο πλήθος (πάπιες, παρυδάτια κ.ά.). Φυσικά στην πανίδα της περιοχής περιλαμβάνονται και άλλα προστατευόμενα είδη (θηλαστικά, ερπετά, αμφίβια).
Εκπαιδευτική αξία
Η μεγάλη οικολογική αξία της περιοχής και η μικρή της απόσταση απο το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, την έχει αναδείξει σε τόπο με εξίσου μεγάλη εκπαιδευτική αξία. Φοιτητές, μαθητές, επιστήμονες ή απλοί φυσιολάτρες επισκέπτονται πολύ τακτικά την περιοχή για να μελετήσουν το οικοσύστημά της, μέλη της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρίας ξεναγούν κατά καιρούς μαθητές σχολείων κάνοντας γνωστό ένα οικοσύστημα που λίγα Ελληνόπουλα έχουν γνωρίσει. Στο μέλλον η περιοχή μπορεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο στην περιβαλοντική εκπαίδευση των κατοίκων του νομού.
Αισθητική αξία
Το ακρωτήρι της Επανομής (φανάρι, φάρος ή κάβος) χαρακτηρίζεται απο ιδιαίτερη αισθητική αξία που οφείλεται σε συνδιασμό τεσσάρων κυρίως παραγόντων.
Α) Στη σπανιότητα του τοπίου.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται σαν παράκτιος υγρότοπος με θίνες.
Η αξία του τοπίου αποκτάει ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας της δραματικής μείωσης παρόμοιων περιοχών τα τελευταία χρόνια.
Β) Στην ποικιλία των εικόνων που προέρχονται τόσο απο φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής όσο και απο τις εφήμερες εικόνες των οργανισμών. Ανάμεσά τους τα παρυδάτια καλοβτικά πουλιά είναι ξεχωριστές αισθητικές μορφές.
Γ) Στη θέση της περιοχής. Ως ακρωτήριο, περιβάλλεται στο μεγαλύτερο μέρος του απο την ανοιχτή θάλασσα, γεγονός που μετα
δίδει στον επισκέπτη την αίσθηση της απομόνωσης. Ο Όλυμπος που βρίσκεται ακριβώς απέναντι τεκμηριώνει ακόμη πιο πολύ την ευνοϊκή θέση της περιοχής. Δ) Στη φυσικότητα του τοπίου. Οι ελάχιστες ανθρώπινες κατασκευές που υπάρχουν, αποτελούν σήμερα χαρακτηριστικές φιγούρες του τοπίου (φάρος, εκκλησάκι, βυθισμένο πλοίο).
Προβλήματα Της Περιοχής
Α) Διέλευση μηχανοκίνητων. Αποτελεί σοβαρότατο πρόβλημα και διευκολύνεται απο τους δρόμους που διασχίζουν σε αρκετά σημεία τον βιότοπο. Ιδιαίτερα ο δρόμος που οδηγεί στο εκκλησάκι και περνάει ακριβώς δίπλα απο την λιμνοθάλασσα, προκαλεί αναπόφευκτες ενοχλήσεις στα πουλιά που ποικίλουν σε έκταση έκταση και ένταση ανάλογα με την εποχή, τον αριθμό των οχημάτων και το ποιόν των επιβατών τους. Όσα δε απ’ αυτά μπορούν να κινούνται και εκτός των υπαρχόντων δρόμων (4x4, τρακτέρ, "γουρούνες" και enduro) προκαλούν σοβαρή διαταραχή των φυτοκοινωνιών με σοβαρούς κινδύνους να καταστραφούν φωληές που βρίσκονται στο έδαφος.
Β) Διάνοιξη αποστραγγιστικής τάφρου. Η κεντρική αποστραγγιστική τάφρος όπως ειπώθηκε, είχε ανοιχτεί παλιότερα. Η έξοδός της προς την θάλασσα κλείνει απο τα την άμμο που μεταφέρουν τα κύμματα και έτσι το νερό διατηρείται στον υγρότοπο. Όμως μερικές χρονιές κάποιοι άγνωστοι (;) ανοίγουν με τρακτέρ ή μπουλντόζα την έξοδο και τα περισσότερα νερά του υγρότοπου οδηγούνται στη θάλασσα.
Τα πουλιά (που μπορεί να έχουν γεννήσει κιόλας) σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απροετοίμαστα γι αυτήν την ξαφνική απώλεια του νερού. Όπως είναι φυσικό οι αριθμοί τους στη συνέχεια μειώνονται κάθετα.
Γ) Επέκταση καλλιεργειών. Στην ανατολική πλευρά, οι υπάρχουσες καλλιέργειες επεκτείνονται συνεχώς προς την πλευρά του βιότοπου.
Δ) Απόρριψη σκουπιδιών. Μεγάλα ποσά σκουπιδιών, που προέρχονταν παλιότερα απο το camping και τώρα απο διάφορους ασυνείδητους, ρίχνονται στη θάλασσα ή στους αμμόλοφους που βρίσκονται νότιά του. Εκτός απ’ την αισθητική, έρχεται και αλλοίωση στην φυτοκοινωνιολογική δομή του χώρου, καθώς στο
υπόστρωμα των σκουπιδιών φυτρώνουν διάφορα κοινά είδη φυτών που είναι χαρακτηριστικό
των διαταραγμένων εδαφών.
Ε) Λουόμενοι. Ασκούν πίεση στο χώρο κυρίως εξαιτίας των μετακινήσεών τους. Όσοι χρησιμοποιούν την δυτική ακτή είναι δυνατόν να ενοχλήσουν τα πουλιά ιδιαίτερα κατά την περίοδο αναπαραγωγής τους.
Ζ) Αυθαίρετες κατασκευές. Ορισμένες πρόχειρες, ευτυχώς ελάχιστες, αυθαίρετες κατασκευές που υπάρχουν παραλιακά δεν ενοχλούν αυτές καθ’ εαυτές, όσο η μετακίνηση των ιδιοκτητών τους απο και προς αυτές.
Η) Βόσκηση. Ασκεί μάλλον την ηπιότερη πίεση στην περιοχή. Επιφυλάξεις όμως υπάρχουν για την αναπαραγωγική περίοδο καθώς τα κτηνοτροφικά ζώα είναι δυνατόν να καταστρέψουν φωλιές πουλιών.
Γιατί Πρέπει Να Προστατευτεί;
Συνοψίζοντας όσα είπαμε παραπάνω, μπορούμε να πούμε οτι ο βιότοπος της Επανομής παρουσιάζει ιδιαίτερο οικολογικό, εκπαιδευτικό και αισθητικό ενδιαφέρον. Είναι ένα τυπικό βορειοελλαδικό οικοσύστημα που έχει διατηρηθεί σχεδόν στη φυσική του μορφή, όταν η ευρύτερη περιοχή έχει παραδοθεί στην συχνά αλόγιστη επέκταση των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Η όαση αυτή αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη στον επισκέπτη. Βρίσκεται πολύ κοντά στη Θεσ/νίκη, είναι σπάνιας ομορφιάς και ο πλούτος της χλωρίδας και πανίδας είναι εντυπωσιακός. Δεδομένου δε της απαγόρευσης του κυνηγιού στην περιοχή απο το ’84, της προστασίας της πανίδας και του συνεχούς εμπλουτισμού της, αποτελεί την μόνη περιοχή που μπορεί κάποιος να νοιώσει οτι βρίσκεται μέσα στην άγρια φύση. Η ευθύνη ΟΛΩΝ ΜΑΣ για την διατήρηση και προστασία του είναι τεράστια και επιβεβλημένη. Ας αναλογιστούμε τις ευθύνες μας.
Θοδωρής Τζίνας
Βιβλιογραφία : Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρία (’90)– πρόταση για την προστασία του βιότοπου Επανομής
Λατσούδης Κ. Π. (’92)– τα πουλιά του ακρωτηρίου Επανομής
Μπαμπαλώνα, Γ. Δ. (’79)– Φυτοκοινωνιολογική μελέτη της βλάστησης του δέλτα του Έβρου
πατήστε εδώ για φωτογραφικό υλικό....
επίσης έγραψαν για τον υγρότοπο :
Η οικολογία τοπίου του υγρότοπου Επανομής - Νομού Θεσσαλονίκης
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης - Μαυροκορδοπούλου, Ολγα Α.
Κύριος σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διαχρονική μελέτη της εξέλιξης του τοπίου του υγρότοπου Επανομής (Νομός Θεσσαλονίκης) από το 1945 έως το 2002, και η ανάλυση της δομής και διάρθρωσης των υφιστάμενων τύπων οικοτόπων. Με την χρήση Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών αναλύθηκαν αεροφωτογραφίες των ετών 1945, 1960 και 2002 για την μελέτη της διαχρονικής μεταβολής τόσο της διασποράς, της γεωμετρίας και της ποικιλότητας του συνόλου του τοπίου όσο και ξεχωριστά των υφιστάμενων τύπων οικoτόπων με τη χρήση μερικών από τους πλέον διαδεδομένους δείκτες χωρικής διάρθρωσης σε επίπεδο τοπίου. Για την ερμηνεία των δεικτών ελήφθησαν υπόψη η δημογραφική εξέλιξη, οι χρήσεις γης και η πυκνότητα των αγροτικών ζώων στην περιοχή. Επίσης, για κάθε τύπο οικοτόπου υπολογίστηκε η ποικιλότητα σε επίπεδο φυτικών ειδών (α-ποικιλότητα). Από την ανάλυση και ερμηνεία των δεικτών χωρικής διάρθρωσης προέκυψε ότι το τοπίο του 1960 έχει την καλύτερη ποικιλότητα, μωσαϊκότητα, διασπορά και χωρική ετερογένεια και, συνεπώς, την πιο επιθυμητή μορφή. Το τοπίο του 1945 παρουσιάζει τη μεγαλύτερη φυσικότητα, ενώ το τοπίο του 2002 έχει τη μικρότερη τιμή ποικιλότητας εξαιτίας της αυξημένης ανισότητας που υπάρχει στην κατανομή της έκτασης μεταξύ των διάφορων κλάσεων χωροψηφίδων. Οι τύποι οικοτόπων που βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από άποψη δομής και διάρθρωσης είναι οι σταθερές και κινούμενες αμμοθίνες και οι θαμνώνες του Tamarix. Ο υπολογισμός της ποικιλότητας σε επίπεδο φυτικών ειδών (δείκτης Shannon) έδειξε ότι υπάρχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των τύπων οικοτόπων, χωρίς όμως κάποιος οικότοπος να διαφοροποιείται πλήρως από όλους τους υπόλοιπους. Ο σημαντικότερος τύπος οικοτόπου στον υγρότοπο της Επανομής είναι οι σταθερές αμμοθίνες. Καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση στην περιοχή, έχουν καλύτερη δομή και διάρθρωση σε επίπεδο τοπίου, μεγαλύτερη ποικιλότητα τύπων χωροψηφίδων και την δεύτερη μεγαλύτερη ποικιλότητα σε επίπεδο φυτικών ειδών. Συνεπώς, επιβάλλεται η άμεση προστασία τους.