Ο Απόστολος Λυκεσάς γεννήθηκε το 1963 στην Επανομή του νομού Θεσσαλονίκης. Σήμερα εργάζεται ως δημοσιογράφος στη Θεσσαλονίκη, με καθημερινή εκπομπή στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ 3 (102 FM), ενώ συνεργάζεται με την εφημερίδα «Εθνος» και το περιοδικό «Γαλέρα».
Κείμενα και ποιήματά του φιλοξενήθηκαν στα περιοδικά «Αντί», «Εντευκτήριο», «Οδός Πανός» και «Πάροδος». Εχει εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων, καθώς και το μυθιστόρημα «Μπλάνκο» (2005).
Το τσίρκο των ψύλλων - Μυθιστόρημα - Εκδόσεις : Μεταίχμιο - 2009
Περιγραφή: Ένας μεταφραστής, πληγωμένος από απανωτές ματαιώσεις, που ζει βυθισμένος στην ανία με μοναδική συντροφιά έναν τραγουδιστή γύφτο και μέγα γυναικά, μια δικηγόρος, στερημένη από έρωτα, που κυνηγά χρήμα και δόξα με οποιοδήποτε κόστος, δυο αχώριστοι φίλοι της, θύματα της γοητείας της, που ζουν σε μιαν αναμονή παίζοντας τάβλι, ένας μοναχός, ικανότατος αντιγραφέας έργων βυζαντινής τέχνης, ένας παπάς, πρώην φορτηγατζής και κατάδικος, ο ηγούμενος ενός μοναστηριού, που δολοφονείται άγρια, ένας επιφανής καθηγητής βυζαντινής αρχαιολογίας, που έχει την ίδια μοίρα με τον ηγούμενο, κι ένας αστυνόμος, ο οποίος καλείται να κλείσει τον κύκλο της βίας και του αίματος, είναι οι πρωταγωνιστές του Τσίρκου που ζουν ξέγνοιαστοι και μακάριοι στην πόλη Αμεριμνησία. Μέχρι τη στιγμή που η ιστορία επιταχύνει τα γεγονότα και μερικές δεκαετίες συμπυκνώνονται σε ένα τετραήμερο. Και η βία δεν είναι τίποτα περισσότερο τελικά από τον έσχατο ταχυδακτυλουργό που προσπαθεί αγωνιωδώς να λύσει τις χειροπέδες της ζωής τους.
Διηγήσεις ευχαριστημένων ανθρώπων
Τα ονόματα των ηρώων είναι ενδεικτικά. Όσοι αναγνωρίσουν εαυτόν ή άλλον μπορούν να το αλλάξουν. Το ίδιο ισχύει και για τον γεωγραφικό χώρο. Τα υπόλοιπα στοιχεία είναι, ευτυχώς, αληθινά.
Μπλάνκο- (Μυθιστόρημα)2005
Βλέπω ήδη τους τίτλους των φυλλάδων. Τρελός για τη λογοτεχνία [...] Θα θεωρούσατε ότι ένας "σαλταρισμένος" σαν και του λόγου μου θα έπρεπε να βάλει στο μάτι τραπεζίτες, διευθυντές οργανισμών, μεγαλοδημοσιογράφους και άλλες σχετικές πατσαβούρες. Λάθος. Εγώ δεν ήθελα να αλλάξω το σύστημα. [...]. Εγώ ήθελα να αφήσω το σύστημα ανυπεράσπιστο. Μόνον αυτό. Να δούμε πώς θα λειτουργήσει χωρίς αντισώματα. Να μην γράφονται πια άλλες μπούρδες. Οι λέξεις που θα ξεστομίζονται "να καρφώνονται σαν πρόκες". Βάλτε τους κριτικούς λογοτεχνίας να ψάξουν τα υπόλοιπα. Τους ψυχίατρους να μου κάνουν το προφίλ. Βάλτε τους αστυνομικούς σας να ψάχνουν. Τα εργαστήριά σας να αναλύουν. Ξέρω ότι έχουν σκυλιάσει. Αλλά εγώ σταματώ εδώ. Ρίχνω μπλάνκο στο όνομα του συγγραφέα και σας παραδίδω μόνο το βιβλίο του. Δεκαπενταύγουστος. Ο "δράκος της Εθνικής" ξαναχτυπά. Τηλεφωνικώς αυτή τη φορά, και διαταράσσει την ήρεμη πλήξη μιας εφημερίδας. Αποδέκτης του τηλεφωνήματος ο λιγομίλητος, πάντα βαρύθυμος αστυνομικός ρεπόρτερ Γαλανάκης. Η υπόθεση θα τον φέρει σε επαφή με τον νέο, φιλόδοξο αστυνομικό διευθυντή Σάββα Μελετίου. Οι δυο άντρες θα χρησιμοποιήσουν ο ένας τον άλλο, ακροπατώντας στην "κόψη του ξυραφιού" της εξουσίας που εκπροσωπεί ο καθένας. Ώσπου, στο προσκήνιο, θα εμφανιστεί ο δολοφόνος των συγγραφέων, ο οποίος, σκορπώντας τρόμο και πανικό στο λογοτεχνικό σινάφι, σβήνει από το χάρτη συγγραφείς, "θύματα του εφησυχασμού", που προδίδουν τα γραπτά τους. Η εξέλιξη της καταδίωξής του, που παραλίγο να στερήσει στον Μελετίου την καρέκλα του, θα αποσταθεροποιήσει τον αυτάρεσκο μικρόκοσμο του Γαλανάκη... Ένα γοητευτικό και σπινθηροβόλο μυθιστόρημα με αστυνομική πλοκή.
Τω αγνώστω
Ποίηση και Τραγούδια
Στυμφαλίδες όρνιθες
Ποίηση και Τραγούδια
Μότορσιπ "Προκρούστης"
Εκδόσεις:Νησίδες - 2008
Περιγραφή: ΤΟ ΤΡΟΠΑΙΟ
Ως λιονταροκεφαλή
υπολόγιζες μια θέση στον τοίχο.
Σε πέτυχε και σένα της εξουσίας το δίκαννο.
Βαγγέλης Γεροβασιλείου: «Να διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού τη μοναδική οινική πολιτιστική κληρονομιά μας»
Ο ΟΙΝΟΠΟΙΟΣ Βαγγέλης Γεροβασιλείου κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην ομάδα των ανθρώπων του ελληνικού κρασιού και αυτό το αναγνωρίζουν όχι μόνο οι φίλοι και συνεργάτες του, αλλά και οι ανταγωνιστές του. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του ως οινολόγος, βρέθηκε στο επίκεντρο όλων των διεργασιών και τάσεων που οδήγησαν στην αναγέννηση του ελληνικού αμπελώνα και του ελληνικού κρασιού. Στη συνέχεια, ως παραγωγός ο ίδιος, υιοθέτησε πρότυπα και καθιέρωσε μεθόδους που οδήγησαν στη δημιουργία προϊόντων που θα έλεγε κανείς ότι αποτελούν το όνειρο κάθε παραγωγού και όχι μόνο στο χώρο του κρασιού: προϊόντων που συνδυάζουν την ποιότητα με τη σημαντική εμπορική επιτυχία. Επιπλέον, στην τριαντάχρονη πορεία του στο χώρο, δεν λησμόνησε ούτε για λίγο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, που είναι ενθύμημα μιας πλούσιας πολιτιστικής παράδοσης και ιστορικής συνέχειας. Το 2005 ήταν μια χρονιά με σημαντικές διακρίσεις για τον Βορειοελλαδίτη οινοποιό, αφού ανακηρύχθηκε ο καλύτερος οινοπαραγωγός της Ανατολικής Μεσογείου, στο πλαίσιο του διεθνούς διαγωνισμού International Wine & Spirit Competition 2005, ενώ η Ένωση Ελλήνων Δημοσιογράφων Οίνου τον βράβευσε ως την «Οινική προσωπικότητα της Χρονιάς» για την προσφορά του στην ελληνική οινοποιία. «Όταν σου απονέμουν διακρίσεις κάποιοι άνθρωποι σχετικοί με τον κλάδο σου, η τιμή είναι μεγάλη. Ιδιαίτερα όταν η διάκριση προέρχεται τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό. Πιστεύω, όμως, πως ένας παραγωγός κρίνεται κάθε μέρα. Βιώνει καθημερινά την αγωνία να φτιάξει καλύτερα προϊόντα και αισθάνεται δικαιωμένος όταν βλέπει αυτά τα προϊόντα να γίνονται αποδεκτά» λέει ο ίδιος. Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου γεννήθηκε το 1951 στην Επανομή, από γεωργική και αμπελουργική οικογένεια. Φοίτησε στη Γεωπονική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, απ' όπου το 1975 πήρε το πτυχίο του γεωπόνου, και στη συνέχεια στο Πανεπιστήμιο του Bordeaux, απ' όπου πήρε διπλώματα οινολογίας, δοκιμαστή κρασιών, αμπελουργίας και τεχνολογίας οινολογικών μηχανημάτων. Το 1978 πήρε την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος οινολόγου Α' και το 1985 μετεκπαιδεύτηκε με υποτροφία της γαλλικής ACTIM στη Γαλλία. Η απόφασή του να ασχοληθεί με την οινολογία ήρθε από... πείσμα όπως ο ίδιος παραδέχεται. «Μεγαλώνοντας σε γεωργική οικογένεια, με οικογενειακό -μικρό σε έκταση- αμπέλι, στράφηκα προς τη γεωπονία. Αργότερα, στα φοιτητικά μου χρόνια, στην επιλογή μου να σπουδάσω οινολογία έπαιξε ρόλο και η μυστικοπάθεια κάποιου χημικού που είχε εργαστήριο στη Θεσσαλονίκη. Πήγαινα για συμβουλές και αναλύσεις το οικογενειακό κρασί και στις ερωτήσεις μου συναντούσα απόλυτη μυστικοπάθεια. Αυτό με πείσμωσε και αποφάσισα να στρέψω τις σπουδές μου προς την οινολογία» λέει. Αυτό το δημιουργικό πείσμα το συναντά κανείς σε όλες τις μετέπειτα επαγγελματικές προσπάθειες του κ. Γεροβασιλείου, από τις πρώτες του δραστηριότητες ως οινολόγου ως τις προσωπικές του επιχειρηματικές επιλογές. Μεγάλο σχολείο αποδείχτηκε, όπως ο ίδιος αναφέρει, η 23χρονη ενασχόλησή του ως οινολόγου στο Κτήμα Porto Carras, το πρώτο μεγάλο ελληνικό κτήμα οινοπαραγωγής. «Εκεί είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολύ αξιόλογες προσωπικότητες, όπως η οικογένεια του Γιάννη Καρρά, καθώς και ο ξακουστός καθηγητής του Bordeaux Emile Peynaud» αναφέρει. Η συνεργασία του μάλιστα με το «θρύλο» Emile Peynaud, ο οποίος ανακηρύχθηκε και «Οινολόγος του Αιώνα», έχει μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη του και έχει επηρεάσει την πορεία του στο χώρο της οινολογίας. «Είναι η προσωπικότητα που θαυμάζω και μου έμαθε να βλέπω την οινολογία σαν τέχνη και όχι σαν καθαρή επιστήμη, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα πολλά κρασιά να μοιάζουν γευστικά, όπως συμβαίνει με τις μπίρες» λέει με έμφαση ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου. Η περίοδος αυτή ήταν ιδιαίτερα δημιουργική όχι μόνο για το ίδιο το Κτήμα, αλλά και για τις τάσεις που καθόρισαν την πορεία του συνόλου της ελληνικής οινοποιίας. Σε ένα σύντομο απολογισμό της περιόδου, ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου θυμάται: «Δημιουργήσαμε ορισμένα μεγάλα κρασιά (Chateau Carras, Λημνιό, Blanc de Blancs), που έδωσαν την ώθηση για νέο ξεκίνημα σε πολλές άλλες ελληνικές οινοποιητικές εταιρείες. Εκεί αναβιώσαμε την εξαίρετη ποικιλία της Μαλαγουζιάς. Αναβαθμίσαμε τις ελληνικές ποικιλίες Λημνιό, Ασύρτικο και Αθήρι, που εκείνη την εποχή δεν τις εκτιμούσαν δεόντως, και πρωτοδοκιμάσαμε την οινοποίηση στην Ελλάδα ξενικών ποικιλιών.» Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου είναι από τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές της προώθησης των ελληνικών ποικιλιών αμπέλου. Η άποψή του είναι σαφής: «Μπαίνοντας κανείς βαθιά στο θαυμαστό κόσμο του κρασιού, βλέπει τις τεράστιες δυνατότητες των ανεξερεύνητων γηγενών ποικιλιών που έχουμε. Αυτό με συναρπάζει και με ωθεί στο να προσπαθώ, να κάνω όνειρα, ώστε πέρα από την ποικιλία Μαλαγουζιά, να φέρουμε στο προσκήνιο και άλλες ελληνικές ξεχασμένες ποικιλίες. Αυτή τη μοναδική οινική πολιτιστική κληρονομιά που κληρονομήσαμε, πρέπει να τη διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού και να τη μεταλαμπαδεύσουμε στις νεότερες γενιές.» Η προσωπική του προσπάθεια στο Κτήμα Γεροβασιλείου ξεκίνησε το 1981, παράλληλα με την ενασχόλησή του στο Κτήμα Porto Carras. Όπως ο ίδιος μάλιστα λέει, τα πρώτα 12 χρόνια της αναβίωσης του οικογενειακού αμπελώνα καλλιεργούσε σχεδόν μόνος του τα αμπέλια, σε μια ακόμη επίδειξη του περίφημου πείσματός του. Αρχίζοντας από μια έκταση μόλις 27 στρεμμάτων επέκτεινε -με τη βοήθεια της οικογένειάς του- το Κτήμα και το 1986 κυκλοφόρησε το πρώτο λευκό κρασί με την ονομασία Beau Soleil, που ήταν η ονομασία της περιοχής «Ηλιόλουστη» στη γαλλική απόδοσή της. Όταν λίγα χρόνια αργότερα χρειάστηκε, για εμπορικούς λόγους, να αλλάξει την ονομασία του κρασιού -υπήρχε ήδη ένα εισαγόμενο γαλλικό κρασί με αυτό το όνομα- δίστασε, με τη σεμνότητα που τον χαρακτηρίζει, να βάλει το όνομά του στην ετικέτα, αλλά δεν υπήρχε άλλος δρόμος και η επιλογή αποδείχτηκε τελικά επιτυχής. «Η υποδοχή του πρώτου κρασιού που κυκλοφόρησε ήταν θετική, διότι το όνομά μου ως οινολόγος ήταν γνωστό στο εμπόριο και τους καταναλωτές, ενώ παράλληλα ήταν η εποχή που τα πρώτα μικρά κτήματα έκαναν την εμφάνισή τους και η ποιότητά τους ξεχώριζε» αναφέρει ο ίδιος. Σήμερα, ο 450 στρεμμάτων ιδιόκτητος αμπελώνας του Κτήματος Γεροβασιλείου περιλαμβάνει ελληνικές και διεθνείς ποικιλίες, όπως Ασύρτικο, Μαλαγουζιά, Λημνιό, Μαυρούδι, Μαυροτράγανο, Sauvignon Blanc, Chardonnay, Viognier, Syrah, Merlot και Grenache Rouge. Μέσα στον αμπελώνα έχει κατασκευαστεί το σύγχρονο οινοποιείο του Κτήματος, στο οποίο παράγονται κρασιά που έχουν διακριθεί με βραβεία στο εξωτερικό κι έχουν καταταχθεί ανάμεσα στα καλύτερα του κόσμου. Η πιο πρόσφατη προσπάθεια του Βαγγέλη Γεροβασιλείου είναι η δημιουργία του Κτήματος «Βιβλία Χώρα» στο Κοκκινοχώρι Καβάλας, σε συνεργασία με τον οινολόγο και κουμπάρο του, Βασίλη Τσακτσαρλή. Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου, που είναι και πρόεδρος της Ένωσης Οινοπαραγωγών του αμπελώνα Β. Ελλάδας, γνωρίζει καλά τα προβλήματα του ελληνικού κρασιού. Ο ίδιος εξηγεί: «Τα ελληνικά κρασιά, πριν από την εμφάνιση των κρασιών των νέων χωρών, είχαν μια σημαντική θέση στις αγορές του εξωτερικού. Η ρετσίνα, το ημίγλυκο και εν συνεχεία τα άλλα ξηρά κρασιά, θεωρούνταν εξωτικά, φτηνά κρασιά, που συνδέονταν και με τις θερινές διακοπές και με αναμνήσεις των τουριστών στην Ελλάδα. Επίσης, η ελληνική φτηνή εστίαση, κυρίως στις ευρωπαϊκές χώρες, βοηθούσε στην εξαγωγή των ελληνικών κρασιών και του ούζου. Τα τελευταία χρόνια, η φθίνουσα πορεία των ελληνικών εστιατορίων του εξωτερικού, σε συνδυασμό με την εισροή φτηνών καλών κρασιών των νέων χωρών, επέδρασαν αρνητικά στις εξαγωγές ελληνικών κρασιών. Σήμερα το κόστος των ελληνικών και γενικά των κρασιών των χωρών της ΕΕ είναι υψηλό σε σύγκριση με τις νέες χώρες. Στη Χιλή ο μηνιαίος εργατικός μισθός είναι 100 δολάρια και ξέρουμε ότι το εργατικό κόστος στο κρασί είναι το κυριότερο. Άρα, ο ανταγωνισμός σε επίπεδο ίδιας ποιότητας ποικιλιών κρασιού είναι άνισος και δεν βλέπω να υπάρχει μέλλον.» Έχοντας κατανοήσει τα προβλήματα, ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου πιστεύει ότι έχει βρει και τα όπλα να τα αντιμετωπίσει: «Υπάρχουν κάποια κρασιά που μπορούν να αντισταθούν σ' αυτή τη σύγχρονη κρίση: αυτά των ελληνικών ποικιλιών, των οποίων η προσωπικότητα και το στιλ θα αρέσουν στον ξένο καταναλωτή. Γι' αυτά θα μπορέσει να πληρώσει κάτι περισσότερο, εφόσον τον ικανοποιούν. Πρέπει όμως να δουλέψουμε πολύ πάνω στις παραμέτρους που συνιστούν μία θετική παρουσία και αξιοποιούν την τυπικότητα ενός κρασιού στη συνείδηση του καταναλωτή και αυτές είναι η εικόνα, η τιμή και η γεύση του. Όλες είναι απαραίτητες και καμιά από μόνη της αρκετή.» Αν και οι επιχειρηματικές του προσπάθειες έχουν στεφθεί από επιτυχία, ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου παραμένει άνθρωπος της γης. Αντιμετωπίζει την επιτυχία του με σεμνότητα, όταν λέει «αισθάνομαι δικαιωμένος, αλλά και τυχερός, διότι πολλές φορές και οι συγκυρίες, δεμένες με γνώσεις και εμπειρίες, βοηθάνε. Γι' αυτό πρώτα ευχαριστώ το Θεό κι εν συνεχεία τους φίλους συνεργάτες, τους ανθρώπους του κρασιού, αλλά και τους καταναλωτές που πίστεψαν στο κρασί μου». Ελέγχει ο ίδιος όλη τη διαδικασία παραγωγής στο Κτήμα, από τα πρώτα στάδια της καλλιέργειας ως την τελική οινοποίηση, και πειραματίζεται καθημερινά με τις ελληνικές ποικιλίες, φιλοδοξώντας να αναδείξει κι άλλες ξεχασμένες φτιάχνοντας καινούργια, μεγάλα κρασιά. Εξακολουθεί να ζει στον τόπο καταγωγής του, στην Επανομή, δίπλα στο Κτήμα, καθώς αισθάνεται την ανάγκη να βρίσκεται κοντά στην παραγωγή, και επιθυμεί να συνεχίσουν την αμπελοοινική παράδοση της οικογένειας τα τρία παιδιά που έχει αποκτήσει με τη Σόνια Τζιώλα. Άλλωστε, όπως ο ίδιος λέει «η άνοδος της ποιότητας του κρασιού μιας περιοχής είναι υπόθεση πολλών γενεών. Όποιος ασχοληθεί με το κρασί και ζήσει τη μαγεία της παραγωγής του από το αμπέλι, ζει τη μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής του». Μουσείο αμπελοοινικής τέχνης Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου αγαπά πραγματικά το προϊόν που φτιάχνει και αυτό το διαπιστώνει κανείς όχι μόνο από την εμμονή του για τη συνεχή βελτίωση των προϊόντων της αμπέλου, αλλά και από τον τρόπο που αντιμετωπίζει το κρασί ως αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής μας παράδοσης. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτών των προθέσεων είναι το μουσείο κρασιού που έχει δημιουργήσει μέσα στο οινοποιείο του, το οποίο ο ίδιος φροντίζει να εμπλουτίζει συνεχώς με καινούργια εκθέματα. Σπάνια πατητήρια, πολύ παλιά μπουκάλια κρασιού, βαρέλια, μηχανήματα, γεωργικά εργαλεία και κυρίως μια εκπληκτική συλλογή με ανοιχτήρια κρασιού, που είναι τμήμα του μουσείου και θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες στον κόσμο. Για τη δημιουργία του μουσείου ο ίδιος λέει: «Η προσπάθεια ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια, όταν έβλεπα εποχούμενους μεταπράτες να τριγυρίζουν στα σπίτια του χωριού μου και να μαζεύουν παλιά αντικείμενα, όπως γεωργικά εργαλεία, με τα οποία δουλέψαμε όταν ήμασταν μικροί και αποτελούσαν αναπόσπαστο κομμάτι της προσπάθειάς μας να επιβιώσουμε, αλλά στη συνέχεια χάθηκαν από τον τόπο μας. Τότε πείσμωσα και είπα θα σώσω ό,τι σώζεται και το αποτέλεσμα είναι ένα μουσείο αμπελοοινικής τέχνης, που δείχνει την πορεία της αμπέλου και του κρασιού της περιοχής μας και της χώρας μας. Το μουσείο επισκέπτονται πάνω από 5.000 άτομα το χρόνο, μεταξύ αυτών και σχολεία, κι έτσι μυούμε τη νεολαία στην οινική πολιτιστική μας κουλτούρα.» Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου παραμένει άνθρωπος της γης, ελέγχοντας ο ίδιος όλη τη διαδικασία παραγωγής στο Κτήμα, από τα πρώτα στάδια της καλλιέργειας ως την τελική οινοποίηση.
Οι ασπρόμαυρες ιστορίες θυμούνται σήμερα έναν από τους βασικότερους συντελεστές της μεγάλης ομάδας του 70 , που στο διάβα της σάρωνε αντιπάλους και στο πέρασμα της έτρεμε όλη η γη…
Η μορφή που θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε, είναι ο μεγάλος Σταύρος Σαράφης, ο "καίσαρας" του ΠΑΟΚ αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου γενικότερα. Ένα από τα ιερά εκείνα τέρατα που ανέβασαν τον ΠΑΟΚ στον Όλυμπο της αθλητικής ιστορίας. Ένας παίκτης πραγματικό σύμβολο, που το όνομά του τραγουδήθηκε και έγινε σύνθημα στα χείλη μας όσο λίγα στην ιστορία του συλλόγου…
Σαν ποδοσφαιριστής αποτελούσε μαζί με τον Γιώργο Κούδα ένα δίδυμο υψηλής ποδοσφαιρικής ποιότητας στο χώρο του κέντρου. Τα ονόματα των δύο, είχαν καθιερωθεί στη συνείδηση της φίλαθλης Ελλάδας σαν κάτι αδιαίρετο. Συνειρμικά στο μυαλό του καθενός μας μετά τη λέξη Κούδας , ακολουθούσε η λέξη Σαράφης και το αντίστροφο... Ήταν αναμφισβήτητα από τα βασικότατα στελέχη του μεγάλου ΠΑΟΚ της δεκαετίας του 1970 και διακρινόταν για τη μαχητικότητά του, το ασίγαστο πάθος του, το πεντακάθαρο και χωρίς σκοπιμότητες παιχνίδι του, αλλά και τα γκολ που πετύχαινε με κεφαλιές – ψαράκι (και όχι μόνο) .
Καταμετρώντας τα χρόνια που βρίσκεται κοντά στον ΠΑΟΚ - ο Καίσαρας - εντυπωσιάζεσαι από αυτό που θα προκύψει. Ούτε λίγο ούτε πολύ έφτασαν τον αριθμό 42. Το 1967 λοιπόν ο Σταύρος Σαράφης πέρασε για πρώτη φορά το κατώφλι της Τούμπας σε ηλικία μόλις 17 ετών και στα 42 χρόνια που ακολούθησαν, μόνο για κάποια μικρά διαστήματα, βρέθηκε μακριά από το σύλλογο που τον ανέδειξε . Αν ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά σε αυτά τα 42 χρόνια θα δούμε ότι τα 14 χρόνια έπαιξε ποδόσφαιρο στον ΠΑΟΚ και τα υπόλοιπα συνεργάστηκε και συνεργάζεται με την ομάδα σε διάφορα πόστα.
Ήταν καλοκαίρι του 1967 όταν η τότε διοίκηση του ΠΑΟΚ καταφέρνει να πάρει από την Επανομή και να φέρει στην Τούμπα ένα παικταρά που έγραψε με χρυσά γράμματα το όνομά του στην ιστορία της ομάδας. Και λέμε καταφέρνει γιατί κυριολεκτικά περί κατορθώματος επρόκειτο, σύμφωνα με όσα στοιχεία κατάφερα να συγκεντρώσω από την ειδησεογραφία της εποχής εκείνης .
Και να τι εννοώ: Το φλερτ του ΠΑΟΚ με τον Σαράφη ξεκίνησε το 1965. Η Επανομή εκείνη τα χρόνια είχε πολλούς οπαδούς του άρη και κάποιοι από αυτούς ήταν και στη διοίκηση!!! Έτσι όταν το καλοκαίρι του 1966, τελευταία μέρα των μεταγραφών , αντιπροσωπεία του ΠΑΟΚ είχε πάει στην Επανομή για να κλείσει τον παίκτη , η διοίκησή της προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο γιατί είχε πέσει σύρμα ότι θα έφτανε παράγοντας του άρη με πολλά χρήματα για να τον πάρει για λογαριασμό του παπαναστασιακού.
Πράγματι λίγο πριν εκπνεύσει η προθεσμία εκείνης της μεταγραφικής περιόδου, εμφανίστηκε παράγοντας του άρη με μια τσάντα γεμάτη «χαρτονομίσματα». Οι συζητήσεις άρχισαν αλλά δεν κατέληγαν σε συμφωνία. Έτσι μόλις πέρασαν τα μεσάνυχτα ο παράγοντας του άρη ξεκαθάρισε στους Επανομίτες ότι η μεταγραφή δεν μπορούσε να γίνει μιας και είχε τελειώσει η περίοδος. Ο άρης πέτυχε να εμποδίσει τη μεταγραφή , μπλοφάροντας μιας και η τσάντα εκτός από λίγα χρήματα είχε κυρίως κομμένες εφημερίδες !!!
Πίστευαν οι "αγαπητοί " συμπολίτες ότι το επόμενο καλοκαίρι θα συγκέντρωναν το ποσό που απαιτούνταν και ο Σαράφης θα πρόβαρε τα κίτρινα. Ο Σταύρος αντέδρασε στην κοροϊδία που είδε να διεδραματίζεται μπροστά στα μάτια του και αποφάσισε ο ίδιος να πάει στον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1967. Τη φανέλα με το «8» τη φορούσε μέχρι τις 7 Ιουνίου του 1981 (κάποιες φορές τον θυμάμαι να φοράει και το 9). Εκείνη τη μέρα έκλεισε η ένδοξη, με όλη τη σημασία της λέξης καριέρα του στην Αθήνα, στο Περιστέρι .
Κάνοντας έναν απολογισμό της 14χρονης διαδρομής του στα γήπεδα βλέπουμε ότι ο "Καίσαρας" αγωνίστηκε σε 358 παιχνίδια για το πρωτάθλημα, και πέτυχε 136 γκολ (πρώτος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου με 3 τέρματα περισσότερα από τον Κούδα). Επίσης έπαιξε σε 54 ματς κυπέλλου στα οποία σκόραρε 26 φορές, ενώ στα 21 ευρωπαϊκά ματς είδε την μπάλα να αναπαύεται στα αντίπαλα δίκτυα 8 φορές (και εκεί είναι πρώτος σκόρερ του ΠΑΟΚ με δεύτερο τον Γιασεμάκη). Τέλος με τη φανέλα της εθνικής είχε συνολικά 32 εμφανίσεις και πέτυχε 7 γκολ.
Ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας την περίοδο 1969 - 1970 με 17 γκολ, την περίοδο 1972 - 1973 όταν σημείωσε 19 γκολ και στο πρωτάθλημα 1974 - 1975 που έστειλε την μπάλα 15 φορές στα δίκτυα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας, παρέμεινε κοντά στον ΠΑΟΚ και από το 1986, διατέλεσε 6 φορές υπηρεσιακός προπονητής , αρκετές φορές βοηθός προπονητή (Χάαν, Μπλαχίν, Μπένκτσον, Πέτροβιτς, Αλέφαντου, Πέτροβιτς κ.α.), μάνατζερ της ομάδας, γενικός αρχηγός, σκάουτερ, υπεύθυνος των τμημάτων υποδομής, ενώ τελευταία ασχολήθηκε με τη δεύτερη ομάδα και είχε την ευθύνη της ομάδας κάτω των 18 ετών.
Όταν τον τίμησε ο Σύνδεσμος φίλων ΠΑΟΚ Επανομής , που φέρει και το όνομά του, ο "Καίσαρας" είχε πει μεταξύ των άλλων: "Είναι μεγάλη μου χαρά, να ανήκω στην οικογένεια του ΠΑΟΚ Τα πόστα δεν έχουν σημασία. Ο ΠΑΟΚ είναι όλη μου η ζωή. Όταν σε τιμούν παιδιά, τα οποία δεν σε έχουν προλάβει καν σαν ποδοσφαιριστή, είναι μεγάλη τιμή. Η αγάπη του κόσμου είναι κάτι μοναδικό. Κάτι τέτοιες στιγμές, αισθάνομαι περισσότερο δικαιωμένος από την επιλογή μου, να μη φορέσω άλλη φανέλα στη ζωή μου, εκτός από την ασπρόμαυρη".
Ο Σαράφης, αγωνίστηκε μόνο στον ΠΑΟΚ και το 1981, όταν αποχώρησε από την Τούμπα σταμάτησε και το ποδόσφαιρο. "Εκείνο το καλοκαίρι τον πλησίασε ο Βουλινός σαν πρόεδρος τότε του Μακεδονικού. Ο Μακεδονικός μόλις είχε ανέβει στην Α' εθνική. Μου έστειλε μέσα σε μία τσάντα τρία εκατομμύρια και είχε έτοιμη τη βίζα, να πάω για προετοιμασία στη Ρουμανία. Η απάντηση ήταν ότι αν ήθελα να παίξω ποδόσφαιρο, θα έμενα στον ΠΑΟΚ"
Ο Σαράφης είχε κι άλλες ευκαιρίες να βγάλει χρήματα που θα του έφταναν για μια ζωή, αλλά τις "κλότσησε". Το 1976 όταν έκλεισε οκταετία στον ΠΑΟΚ και μπορούσε να φύγει, ο Μπάρλος του πρόσφερε πέντε εκατομμύρια για να πάει στην ΑΕΚ. "Με εκείνα τα χρήματα τότε, αγόραζες δύο πολυκατοικίες στην Τσιμισκή. Δε βαριέσαι... Έμεινα στον ΠΑΟΚ με ένα εκατομμύριο, που μου έδωσε ο Παντελάκης" εξηγεί και συμπληρώνει ότι δεν αισθάνεται αδικημένος. "Δεν έχω παράπονο. Στη ζωή δεν μετράνε μόνο τα λεφτά και με αυτά δε μπορείς να αγοράσεις τα πάντα. Είμαι πολύ ευχαριστημένος, με όλα αυτά, που πέρασα και περνώ στον ΠΑΟΚ και για το γεγονός ότι η πόρτα αυτής της ομάδας είναι ανοιχτή για μένα. Τα λεφτά κάποτε τελειώνουν. Η αγάπη του κόσμου είναι αυτή, που μένει". Αυτά τα τελευταία λόγια δείχνουν ότι ο μεγάλης παίκτης ήταν στα αλήθεια δεμένος άρρηκτα με την ομάδα , όχι μόνο με λόγια (όπως πολλοί άλλοι κατά καιρούς) αλλά και με έργα…
Η σχέση του με τον σημερινό πρόεδρο της ΠΑΕ είναι εξαιρετική. Ο Ζαγοράκης ήταν ανέκαθεν το αγαπημένο του παιδί και η συμπάθεια είναι αμοιβαία. Όταν ο Ζαγοράκης ήρθε στον ΠΑΟΚ πριν 16 χρόνια, ήταν η εποχή που ο Σαράφης ανέλαβε υπηρεσιακός προπονητής και σ’ ένα από τα πρώτα του παιχνίδια με τη Δόξα Δράμας του έδωσε τη φανέλα με το 10, λέγοντάς του: "Είσαι μεγάλος παίκτης και οι μεγάλοι παίκτες αυτή τη φανέλα φοράνε". Ο δε Ζαγοράκης, όταν προ διετίας περίπου ανέλαβε τη διοίκηση της ΠΑΕ, ξεκαθάρισε μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι όποιος πειράξει τον "Καίσαρα", θα έχει να κάνει μαζί του.
Μεγάλες στιγμές της καριέρας του
8 Οκτωβρίου 1967: Πρώτη παρουσία στην 11άδα του ΠΑΟΚ
19 Ιουλίου 1969 : Ντεμπούτο με την εθνική στο ματς Αυστραλία – Ελλάδα 1-0
5 Ιουλίου 1972: Σηκώνει το πρώτο κύπελλο Ελλάδος με τον ΠΑΟΚ
14 Φεβρουαρίου 1974: Σημειώνει το γκολ του ΠΑΟΚ στο ιστορικο φιλικό εναντίον του μεγάλου Άγιαξ
20 Μαρτίου 1974: Με δύο κεφαλιές σκοράρει εναντίον της Μίλαν ισάριθμες φορές
16 Ιουνίου 1974: Σηκώνει το δεύτερο κύπελλο Ελλάδος με τον ΠΑΟΚ
Καλοκαίρι 1976 : Πρωταθλητής Ελλάδος
7 Ιουνίου 1981: Τελευταίο παιχνίδι με τη ασπρόμαυρη φανέλα στην Αθήνα με αντίπαλο το Περιστέρι
26 Αυγούστου 1981: Αποχαιρετιστήριο παιχνίδι για τον Καίσαρα στην Τούμπα ΠΑΟΚ – Εθνική Ελλάδος παρουσία λίγου σχετικά κόσμου (12.000 περίπου από όσο θυμάμαι)
Όσα χρόνια παρακολουθώ ποδόσφαιρο, όχι μόνο το ελληνικό πρωτάθλημα αλλά και το παγκόσμιο γενικότερα δεν είδα άλλον παίκτη να έχει τέτοια εκτελεστική ικανότητα με το κεφάλι . Τα «ψαράκια» του "Καίσαρα " ήταν κάτι μοναδικό, κάτι που όσοι τα είδαμε δεν θα τα ξεχάσουμε εύκολα. Οριζοντιωνόταν σε χαμηλό ύψος και στην κυριολεξία κάρφωνε την μπάλα στα δίκτυα του εμβρόντητου – εκάστοτε - γκολκήπερ. Μεταξύ των άλλων, θυμάμαι ένα παιχνίδι με τη φανέλα της Εθνικής στο Καραϊσκάκη, που είχε σκοράρει με τέτοιο τρόπο και είχε αφήσει τους πάντες άφωνους. Η φάση αυτή, προβαλλόταν για μεγάλο διάστημα στο βίντεο έναρξης αθλητικής εκπομπής της εποχής... Για αυτό το χάρισμά του, πήρε και το προσωνύμιο "Καίσαρας", που τον συνοδεύει στην υπόλοιπη ζωή του…